-
-Ας ξεκινήσουμε με το ότι ο ίδιος αναφέρεις ότι το βιβλίο σου, η Μεγάλη Εικόνα, ως το πρώτο σου μυθιστόρημα ξεκίνησε να γράφεται στην εφηβεία μου κι ολοκληρώθηκε λίγο πριν τα 40 σου. Γιατί όχι πριν, γιατί τώρα?
Υπάρχει μια μαγική στιγμή η οποία ωθεί το ζωγράφο να βάλει την τελευταία πινελιά, τον σκηνοθέτη να κάνει το τελικό μοντάζ, τον συγγραφέα να τοποθετήσει την τελευταία τελεία. Είναι η διαίσθηση που μιλά εδώ, περισσότερο απ' οπουδήποτε αλλού στη διαδικασία παραγωγής ενός έργου. Απ' τη στιγμή που τίποτα δεν ολοκληρώνεται οριστικά, καλείσαι να εμπιστευτείς το ένστικτό σου και να πάρεις μια γενναία απόφαση. Αυτή τη γενναία απόφαση, να ολοκληρώσω τη 'μεγάλη εικόνα' δε μπορούσα παρά να την πάρω λίγο πριν τα 40 μου.
-Επηρεαζόμενος από τον αγαπημένο Πεσσόα και το πρόσωπο αυτό του συγγραφέα ο οποίος επιλέγει να μην φανερωθεί, να κρατά τα γραπτά του σε ένα μπαούλο, να ακολουθεί μια τυπική φαινομενικά καθημερινότητα αλλά και ένα παράλληλο σύμπαν, αυτό της γραφής, άγνωστο στους λοιπούς, πως και επιλέγεις να επικοινωνείς, με τόσους διαφορετικούς τρόπους, τη δική σου γραφή? O Πεσσόα, και κυρίως το συγγραφικό του παράδειγμα, υπήρξε μεγάλη έμπνευση για το βιβλίο. Θέλησα να περιπλανηθώ σε πρόσωπα και προσωπεία, να ενδυθώ διαφορετικούς ρόλους και διαθέσεις, προκειμένου να μάθω τη γραφή. Μαθαίνοντας να γράφεις όμως μαθαίνεις και να ζεις, να χτίζεις την ταυτότητά σου, αφού πρώτα έχεις εξετάσει τις ποικίλες όψεις της. Ο Πεσσόα ήταν ένας καλός καμβάς πάνω στον οποίο σχημάτισα τη μεγάλη εικόνα μου.
- Όταν ένας άνθρωπος εξαφανίζεται, σκέφτεσαι πολλά. Στην αρχή ρίχνεις την ευθύνη στον ίδιο, όπως ακριβώς ενοχοποιείς έναν αυτόχειρα…. Σταδιακά όσο ο θυμός καταλαγιάζει, άλλα ερωτήματα έρχονται στην επιφάνεια» Έχεις βιώσει αντίστοιχη κατάσταση, να βρεθείς στη θέση να εξαφανιστεί ένας φίλος σου, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά και να καλείσαι από τα εναπομείναντα, εσκεμμένα ή μη, προσωπικά του αντικείμενα να ανακαλύψεις τι έχει συμβεί, και κυρίως να αναθεωρήσεις και να ανακαλύψεις τον εαυτό σου;
Ναι, έχω βρεθεί σ' αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση. Η απώλεια ενός φίλου έχει έντονα τραυματικό χαρακτήρα. Οι φιλίες αποτελούν θυσαυρό. Κι η μεγάλη εικόνα αναφέρεται σ' αυτό το είδος σχέσης, προσπαθώντας να διερευνήσει τις δυσκολίες και τις προοπτικές της. Όταν χάνεις ένα φίλο, ξεκινάς εσωτερικά ένα ταξίδι, για να καταλάβεις τι έχει συμβεί, και να καταλάβεις εν τέλει, ποιός είσαι.
-Είναι γεγονός ότι το βιβλίο σου καταπιάνεται με πάρα πολλά θέματα, ένα από αυτά το δίπολο, πόλη – χωριό. Από την μία η ζωή στο χωριό, η αεργία, η δεισιδαιμονία, η ξενοφοβία και από την άλλη η ζωή στην πόλη, αυτός ο διαρκής αγώνας για το χρήμα και την εξουσία, οι επιφανειακές σχέσεις. Δεδομένων των συνθηκών σήμερα, ποιος θεωρείς ότι είναι ο καλύτερος τόπος να ζει κανείς? Θα σκεφτόσουν ποτέ να ζήσεις σε ένα μικρό επαρχιακό μέρος?
Υπό προϋποθέσεις θα μπορούσα να ζω οπουδήποτε. Τί θα ήθελα; Να είμαι με τους αγαπημένους μου ανθρώπους και να έχω την ελευθερία να ζω όπως επιθυμώ. Να είμαι σε θέση να εργάζομαι, να κάνω περιπάτους, να έχω κοινωνική ζωή, να διαβάζω, να ψυχαγωγούμαι.
-Μια ακόμη αντίφαση που μπορεί κανείς να αναγνώσει στην γραπτή σου παρουσία είναι η εξής : Η δράση σου αλλά και η προσφορά σου στο χώρο του διαδικτύου και ειδικότερα των social media είναι πολύ μεγάλη, ενώ ταυτόχρονα η χρήση σκίτσων και χειρόγραφων σημειώσεων χαρακτηρίζει και το παιγνιώδες των κειμένων σου, ακόμη και σε αυτό το νέο ογκώδες μυθιστόρημα. Παλιό ή νέο λοιπόν, προσωπικό ή παγκόσμιο, μολύβι ή υπολογιστής?
Ωραία ερώτηση. Διεκδικώ την ελευθερία να εκφράζομαι όπως επιθυμώ μακριά από τα επιβεβλημένα πρότυπα. Δοκιμάζω και πειραματίζομαι με φόρμες, τεχνικές και περιεχόμενα, αντιμετωπίζοντας την τέχνη, αλλά και την όποια δουλειά μου, σαν ένα παιχνίδι, τους όρους του οποίου μπορώ να επηρεάσω. Επομένως στο τελευταίο θα απαντούσα και παλιό και νέο, και προσωπικό και παγκόσμιο, και μολύβι και υπολογιστής.
Έντονες μέρες, μετεκλογικές, δύσκολα χρόνια, αβέβαιο μέλλον, ελπίζουμε πάντα στο καλύτερο, σε μια μεγαλύτερη εικόνα. Αξίζει να εξαφανιστούμε και εμείς σαν ήρωες βιβλίου ή αξίζει το παιχνίδι μέχρι τέλους?
-Η εξαφάνιση φέρει πάντα ένα έντονο μήνυμα, ένα παράδειγμα, μια δήλωση προς τους άλλους που ενέχει φόρτιση και πόνο. Στο βιβλίο ωστόσο η εξαφάνιση συνοδεύεται απ' την εμφάνιση, τίποτα δεν είναι οριστικό μ' αυτή την έννοια. Επιλέγω κυρίως να φωτίσω την εξαφάνιση, ουσιαστικά για να αναδείξω την εμφάνιση. Την εμφάνιση του συγγραφέα, του δρώντος, του ανθρώπου που αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών του, κι ενηλικιώνεται.
-Στην παρουσίαση του βιβλίου σου εδώ στη Θεσσαλονίκη, είχες την τιμή και εμείς ακόμη περισσότερο να προλογίσει το βιβλίο ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Θα θελα λοιπόν να κλείσουμε την ωραία κουβέντα μας σήμερα με ένα στίχο του Χριστιανόπουλου που για σένα θα μπορούσε να σημαίνει την Μεγάλη Εικόνα.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: χίλιοι τη χαίρονται -ένας την πληρώνει. Σε ευχαριστούμε από καρδιάς για το μοίρασμα.
Εγώ ευχαριστώ!
-
Ο Μανώλης Ανδριωτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1974. Είναι εθισμένος στις αφηγήσεις. Εδώ και 15 χρόνια αρθρογραφεί, δημοσιεύει βιβλία, γυρίζει ταινίες, ζωγραφίζει και υλοποιεί σχέδια. Έχει σπουδάσει κινηµατογράφο και έχει εργαστεί επί σειρά ετών στο χώρο των εκδόσεων. Συγγραφικές δουλειές του έχουν βραβευθεί. Απ' το 2001 ως το 2005 αρθρογράφησε τακτικά στην εφηµερίδα Ελευθεροτυπία. Έχει κάνει µεταφράσεις κι έχει γράψει άρθρα σε διάφορα περιοδικά. Ασχολείται µε τη δηµιουργία ντοκιµαντέρ. Είναι δημιουργός του διαδικτυακού χώρου www.garagetv.gr Έργα του Μανώλη Ανδριωτάκη : Πολιτισµικός ακτιβισµός. Η Ναόµι Κλάιν, ο κόσµος των λογοτύπων και οι µεταµοντέρνοι αρνητές του καπιταλισµού, Futura, 2003. Θεσσαλονίκη 1896. Η χρονιά των Ολυµπιακών αγώνων (Σε συνεργασία µε τον Γιάννη Μέγα), Ζήτρος, 2004. Σχέδια πόλης. Τέχνη, διαµαρτυρία και διαφήµιση στους δηµόσιους χώρους των µητροπόλεων, Νεφέλη, 2005. Η πέµπτη εξουσία, Νεφέλη, 2005. Blog. Ειδήσεις απ' το δικό σου δωμάτιο, Νεφέλη, 2007. Το τελευταίο του βιβλίο, μυθιστόρημα «Η Μεγάλη Εικόνα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Διόπτρα»